Μια εμπειρία Ζεν


Αν βγεις απ' το σπίτι μου Κυριακή στις δέκα το πρωί, δεν ακούγεται ούτε της μύγας το φτερούγισμα. Ανέπνευσα σήμερα τη γαλήνη της γειτονιάς μέχρι τη φασαρία του κέντρου, κι εκεί με περίμενε ο χώρος που θα φιλοξενούσε την πρώτη μου διαλογιστική προσπάθεια.


Ως κλασικό κοντρόλ-φρικ είχα φροντίσει να με διαβεβαιώσει επανειλημμένως ο δάσκαλος (γούγλαρε Zen Center, στο Μοναστηράκι) πως είμαι ελεύθερη να φύγω από το πρώτο λεπτό (μη γίνουμε και ρεζίλι), μόνο έγγραφη βεβαίωση δεν του ζήτησα- είμαι δε σίγουρη πως θα μου την έδινε, μιας και μιλάμε για έναν εκπαιδευόμενο Ζεν μοναχό. 

Ο διαλογισμός γίνεται στη στάση του λωτού, δε θα την αναλύσω εδώ, διότι δεν την κατάλαβα καθόλου, εγώ κάθισα σταυροπόδι και κατάφερα με το δικό μου μοναδικό τρόπο να εναποθέσω τα 62 κιλά μου πάνω στον αριστερό αστράγαλο.  

Όταν κάνεις λοιπόν Ζεν, για τριάντα λεπτά σωπαίνεις σε στάση λωτού, μετά για δέκα λεπτά σηκώνεσαι και περπατάς αργά, και για άλλα τριάντα λεπτά κάθεσαι πάλι σε στάση λωτού.

Σαν χτύπησε ο δάσκαλος το εναρκτήριο καμπανάκι, άρχισα να σκέφτομαι τι άβολα που κάθομαι. Ακολούθησα τις οδηγίες του, ότι δηλαδή την ώρα του διαλογισμού δεν δίνεις απάντηση στο διάλογο που προσπαθεί να σου ανοίξει ο εαυτός σου, κι έτσι έμεινε το σώμα να πονάει και το μυαλό να πετάει αλλού. 

Αυτό το αλλού ήταν δυο νότες, φα σολ φα σολ φα σολ, σε ρυθμό δύο δεύτερα. Γινόταν ασυνείδητα μέχρι που κατάλαβα ότι πάλι πήγα να μου πιάσω κουβέντα και με αγνόησα. 


Ύστερα ήρθε η ευφορία, θυμάμαι ότι μειδίασα, μετά νύσταξα λίγο, και μετά μου επιτέθηκε ο διάβολος. Εκεί αναστατώθηκα, θέλησα να φύγω αλλά λέω κάτσε να συμπληρώσεις πεντάλεπτο τουλάχιστον, έτσι για το γαμώτο. 

Χαλάρωσα τη στάση μου, το πόδι πονούσε πολύ, κάθομαι σωστά; Δεν πειράζει. Έφυγε ο διάβολος, ξανάρθε η ευφορία, σκέφτηκα να πετάξω για λίγο, δε μου απάντησα, άκουσα τους ήχους γύρω μου, το βουητό απ' το κουφό μου αυτί, αφουγκράστηκα τον εαυτό μου ελεύθερο, χωρίς κινητά, χωρίς δουλειές, χωρίς υποχρεώσεις, κανείς εκτός από εμένα δεν επιτρεπόταν να με ενοχλήσει εκείνη τη στιγμή. 

Το καμπανάκι χτύπησε, είχε περάσει μισή ώρα, αποκλείεται λέω χάλασε το χρονόμετρο, αλλά η ώρα έδειχνε τριάντα λεπτά μπροστά. Ευχαριστημένη, ξεκούραστη και ήρεμη υποκλίθηκα και έφυγα. Χρειάστηκα πέντε λεπτά απόλυτης μοναξιάς για να επανέλθω.

Θα μου πεις γιατί δεν κάθισες και στο άλλο μισό; Δεν ξέρω, δεν αποφάσισα εγώ, ο εαυτός μου αποφάσισε, και ως γνωστόν αυτός ξέρει καλύτερα. 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις